Η ελευθερία ήταν, είναι και θα είναι μία διαρκής επιδίωξη των ανθρώπων, στο πέρασμα των αιώνων. Η αλήθεια είναι ότι, αν αναλογιστούμε διάφορες περιόδους της ανθρωπότητας, θα αντιληφθούμε ότι το άτομο αγωνίστηκε για τη διεκδίκηση αυτού του θεμελιώδους δικαιώματος με ποικίλους τρόπους. Ενδεικτικά, σε λίγους μήνες θα γιορτάσουμε την έναρξη της ελληνικής επανάστασης του 1821, που στόχο είχε τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου ελληνικού κράτους. Παράλληλα, οφείλουμε να μην ξεχνούμε και τον σημερινό αγώνα της ανθρωπότητας, καθώς η πανδημία έχει ξεπεράσει τα σύνορα των κρατών και μας έχει «αιχμαλωτίσει» με την κυριολεκτική και μεταφορική σημασία του όρου.

Ειδικά τα χρόνια της τουρκοκρατίας αποτέλεσαν μια αισθητή αιχμαλωσία του ελληνικού λαού, που τον εμπόδισε από την εξέλιξη και την ανάπτυξη. Αυτό προέκυψε από τη ματαιοδοξία ατόμων που καταστρατήγησαν την ελευθερία των κατοίκων της χώρας μας, χωρίς να συνειδητοποιούν το μεγαλείο αυτού του αγαθού για τη συνεχή και αρμονική συμβίωση των ανθρώπων. Έπειτα από τετρακόσια χρόνια σκλαβιάς και υποταγής στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, ο ελληνικός λαός, με πρωτεργάτες ανθρώπους μορφωμένους και παθιασμένους για την απελευθέρωση της πατρίδας τους, αποφάσισε να αγωνιστεί με ψυχικό σθένος και αυταπάρνηση για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού. Τα εμπόδια και οι αντιρρήσεις από την πλευρά ποικίλων στελεχών και αρχηγών για την εξέγερση οδήγησαν τους οραματιστές ενός ανεξάρτητου ελληνικού κράτους στη συγκρότηση μυστικών οργανώσεων, οι οποίες με δειλά και προσεχτικά βήματα θα βάδιζαν στην επίτευξη σπουδαίων κατορθωμάτων.
Παρόμοια σπουδαία επιτεύγματα επιχειρεί και σήμερα να πετύχει η παγκόσμια κοινότητα, όσον αφορά την εύρεση εμβολίου και φαρμάκων που θα μας εντάξουν εκ νέου στους καθημερινούς ρυθμούς ζωής. Οι περιορισμοί, τα νέα μέτρα, η αλλαγή προγραμμάτων και δραστηριοτήτων, ή ακόμα και η εφαρμογή αναγκαίων ενεργειών δίνει την εικόνα ενός καταπιεσμένου λαού, ο οποίος υποκύπτει στη δύναμη ενός αόρατου εχθρού. Αυτός δεικνύεται να είναι χειρότερος από έναν συνηθισμένο, ορατό εχθρό, λόγω της άγνοιας των «όπλων» του και της διαδικασίας «ανεφοδιασμού» του. Και σε αυτήν την περίπτωση «συναγερμού πολέμου», η ομοφωνία και η ομόνοια έδωσαν τη θέση τους στην αμφισβήτηση και την καχυποψία. Σε όλο αυτό το διάστημα, δεν υπήρξε εύκολο να παρακινηθεί ο κόσμος, να εναρμονιστεί και να αγωνιστεί με βάση το σχέδιο των αρμόδιων φορέων. Βασική, βέβαια, διαφορά με την περίοδο τουρκοκρατίας αποτελεί το γεγονός ότι, εκείνη την περίοδο, ο θάνατος βασάνιζε τις σκέψεις του υποδουλωμένου λαού να λάβει μέρος στην επανάσταση, ενώ σήμερα συναισθήματα απερισκεψίας, άρνησης και επιπολαιότητας εμποδίζουν τους ανθρώπους να σκεφτούν λογικά για το κοινό καλό. Μόνο όταν υπήρξαν εμφανείς αποδείξεις των αποτελεσμάτων της αδιαφορίας για την έμπρακτη αντιμετώπιση του ιού, ένα ποσοστό ανθρώπων συνειδητοποίησε την πραγματική διάσταση του προβλήματος.
«Ελευθερία ή θάνατος», σύνθημα ταιριαστό και στις δύο περιόδους λόγω της ανάγκης ανάκτησης διαφορετικών ελευθεριών. Δεν αποτελεί, όμως, αυτή τη μόνη ομοιότητα μεταξύ των δύο αγώνων. Είναι βέβαιο ότι αμοιβαία συναισθήματα θα κατέκλυζαν τις ψυχές των ανθρώπων που στόχο είχαν τη νίκη τότε και τώρα. Στη γέννηση της επιθυμίας αντιστάσεων, αλλά και ενεργής αντιμετώπιση του ιού, συνέβαλαν συναισθήματα φόβου, στενοχώριας, αγανάκτησης που στη συνέχεια μετατράπηκαν σε συναισθήματα χαράς, ικανοποίησης και κοινής συνείδησης. Παρόλα αυτά, εντοπίζουμε μια καθοριστική διαφορά αναφορικά με την εξέλιξη των γεγονότων. Πιο συγκεκριμένα, στην Επανάσταση του 1821, μολονότι δεν υπήρχε η σύγχρονη τεχνολογία με την οποία μπορούσαν οι άνθρωποι να επικοινωνούν ευκολότερα και γρηγορότερα, ένιωθαν ο ένας πιο κοντά στον άλλον και ενωμένοι για τον στόχο τους, σε αντίθεση με τη σημερινή κοινωνία η οποία, αν και διαθέτει τα απαραίτητα μέσα, νιώθει πιο απομονωμένη από ποτέ, με τον εγκλεισμό σπίτι. Αυτό διαμορφώνει τη συμπεριφορά των ατόμων και τη διάθεσή τους για αέναη και ακούραστη συμμετοχή στον δικό τους αγώνα.

Τελικά, τι είναι η ελευθερία; Κάτι που αποκτούμε από τη γέννησή μας ή κάτι για το οποίο πρέπει να αγωνιστούμε; Ίσως κάθε γενιά προβάλλει διαφορετική άποψη. Για παράδειγμα, ας σκεφτούμε τις δύο περιόδους στις οποίες αναφερθήκαμε: παλαιότερα, οι άνθρωποι αναγκάστηκαν να δώσουν τη ζωή τους, για να εξασφαλίσουν την ελευθερία τους, ενώ τώρα θεωρείται δεδομένη. Παρόλα αυτά, τα φαινόμενα απατούν, όπως έχουμε συνειδητοποιήσει τους τελευταίους μήνες. Η ελπίδα για την εξασφάλιση μιας καλύτερης ζωής, άλλωστε, πάντοτε συντρόφευε τους ανθρώπους και παραμένει έντονη μέχρι και σήμερα, ανεξάρτητα με τα δεδομένα και ζητούμενα της κάθε εποχής. Χωρίς την ελπίδα, ίσως να μην είχαμε απελευθερωθεί ποτέ και χωρίς εκείνη δεν θα μπορέσουμε να σπάσουμε τα δεσμά αυτής της πανδημίας. Είμαστε ανθρώπινα όντα και ποτέ δεν θα πάψουμε να παλεύουμε για το καλύτερο. Και ας έχει και συνέπειες.
“Dum spiro spero…”
Δήμητρα Καμπυλαυκά