Γυναίκες και Επανάσταση του 1821… Δύο έννοιες ανοίκειες η μία πλάι στην άλλη. Συνήθως, όταν ακούμε τον όρο Ελληνική Επανάσταση, σκεφτόμαστε τους γενναίους πολεμιστές που κατέβαλλαν υπεράνθρωπες προσπάθειες και θυσιάστηκαν, για να ζούμε εμείς ελεύθεροι σήμερα. Ήταν μονόπλευρη, όμως, αυτή η προσπάθεια; Συνέβαλε μόνο το αρσενικό φύλο στον αγώνα; Πολλοί ιστορικοί τείνουν να μην αναδεικνύουν τον κόπο των Ελληνίδων στην Επανάσταση. Ήρθε, λοιπόν, η ώρα αυτές οι πληροφορίες να έρθουν ξανά στο φως!

ΜΠΟΥΜΠΟΥΛΙΝΑ ΛΑΣΚΑΡΙΝΑ
Πόσο μεγάλα ποσά είναι εφικτό να επενδύσει κάποιος για τα ιδανικά του; Στις μέρες μας έχουν σημειωθεί καταβολές υπέρογκων ποσών για τέτοιες περιπτώσεις. Όμως, τι συνέβαινε πριν 200 χρόνια; Η Μπουμπουλίνα διέθεσε ολόκληρη την περιουσία της, για να υποστηρίξει τον αγώνα! Γεννημένη στις 11 Μαΐου του 1771 ήταν πιθανότατα η πιο σπουδαία γυναίκα που συνέβαλε με πολλούς τρόπους στην Ελληνική Επανάσταση. Είναι αξιοσημείωτος και ο τόπος γέννησής της. Την πρώτη της ανάσα την πήρε μέσα στη φυλακή, όπου κρατούνταν ο πατέρας και η μητέρα της. Βαφτίστηκε από έναν φυλακισμένο, αλλά τα παιδικά της χρόνια τα πέρασε στις Σπέτσες.

Ωστόσο, δεν χρειάζεται να επιμείνει κανείς στα παιδικά της χρόνια. Η ζωή της άρχισε να αποκτά ενδιαφέρον κατά την ηλικία των 17 ετών. Τότε, παντρεύτηκε για πρώτη φορά. Ξαναπαντρεύτηκε στην ηλικία των 30 ετών και, τελικά, έμεινε χήρα με έξι παιδιά και μία τεράστια περιουσία στη διάθεσή της. Υπήρχαν άπειροι τρόποι να τη διαχειριστεί. Πήρε την απόφαση, όμως, να βοηθήσει την πατρίδα της στον δύσκολο αγώνα που ερχόταν. Σχημάτισε εκστρατευτικό σώμα και στόλο, που συντηρούσε με προσωπικά της έξοδα και ναυπήγησε το πλοίο «Αγαμέμνων». Αναφέρεται, μάλιστα, ότι ήταν το μεγαλύτερο και με τους περισσότερους άνδρες πλοίο της Επανάστασης!
Αυτά είναι αρκετά, για να συλλάβει κανείς την προσωπικότητα και τον φλογερό της χαρακτήρα. Η παρουσία της διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στη θετική έκβαση της Επανάστασης. Υπάρχουν, βέβαια, και άλλα γεγονότα που αναδεικνύουν τη συμβολή των γυναικών στον ελληνικό αγώνα. Η Μπουμπουλίνα έχασε τον πρωτότοκο γιο της, σε μάχη κατά των Τούρκων, κοντά στο Άργος. Ο γιος της, μαζί με τους συντρόφους του, πάλεψε σώμα με σώμα με τους εχθρούς, οι οποίοι τον αποκεφάλισαν. Η Μπουμπουλίνα συντετριμμένη ψυχολογικά βγήκε μπροστά στον λαό της και, σε ρόλο αρχηγού, εξέφερε λόγια σοφά, που εμψύχωσαν το ηθικό των Ελλήνων:
«Ο γιος μου είναι νεκρός, όμως το Άργος είναι ακόμα στα χέρια μας!»
Το επόμενο γεγονός αναφέρεται στη «Φιλική Εταιρεία», η οποία, ως γνωστόν, δεν δεχόταν γυναίκες στους κόλπους της. Το 1819, όμως, η Μπουμπουλίνα βρέθηκε στην Κωνσταντινούπολη με μόνο αυτόν τον σκοπό. Εκεί, μυήθηκε στη «Φιλική Εταιρεία», παρά την απαγόρευσή που ίσχυε για συμμετοχή των γυναικών! Αυτή, μαζί με την Μαντώ του Μαυρογένους ήταν οι μόνες γυναίκες που κατάφεραν να εισχωρήσουν στη μυστική οργάνωση, που διηύθηνε τον αγώνα.
ΜΑΝΤΩ ΜΑΥΡΟΓΕΝΟΥΣ
Γεννήθηκε το 1796, στην Τεργέστη της Αυστριακής Αυτοκρατορίας. Έμεινε στην ιστορία για την πίστη και την αφοσίωση που είχε στην πατρίδα και την πολύτιμη συμβολή της στον αγώνα. Ήταν προικισμένη μ’ ένα γλυκύτατο χαρακτήρα, αλλά, όταν μιλούσε για την ελευθερία της πατρίδας της, φλογιζόταν, η συζήτηση ζωντάνευε και τα λόγια της κυλούσαν με μια φυσική ευγλωττία, που έκοβε την ανάσα των ακροατών της.

Βοήθησε ενισχύοντας με χρήματα, αλλά και με στόλο και στρατό την Επανάσταση. Όπως και η Μπουμπουλίνα, διέθεσε σχεδόν όλη της την περιουσία στον αγώνα. Ο τομέας της ήταν ξεκάθαρα η θάλασσα! Συμμετείχε σε εκστρατείες εναντίον Αλγερινών πειρατών στις Κυκλάδες, αλλά και γενικά σε όλο το Αιγαίο, και αργότερα πολέμησε στην Κάρυστο, στη Φθιώτιδα και στη Λιβαδειά. Ενίσχυσε οικονομικά την εκστρατεία της Χίου, η οποία, δυστυχώς, κατέληξε σε σφαγή πληθυσμού και στην άλωση της Τριπολιτσάς.
Αξίζει να υπογραμμιστεί ότι οι πληροφορίες για τη ζωή και τη δράση της αντλούνται κυρίως από ξένους συγγραφείς, τους οποίους φαίνεται ότι είχε σαγηνεύσει με την προσωπικότητα και την ομορφιά της, και όχι από τους σύγχρονους Έλληνες ιστορικούς και απομνημονευματογράφους, που αποσιωπούν ή υποτιμούν την προσφορά της στον αγώνα. Η Μαντώ υποστηρίχθηκε σημαντικά από φιλέλληνες και ανθρώπους του εξωτερικού που στήριζαν ακράδαντα την επανάσταση! Οι Έλληνες, όμως, ποτέ δεν αντιλήφθηκαν την καθοριστική της συμβολή στην απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό. Ο μόνος άνθρωπος που αναγνώρισε, έστω και ελάχιστα, το έργο της ήταν ο Ιωάννης Καποδίστριας, που της έδωσε τον βαθμό της Αντιστράτηγου και μια χαμηλή σύνταξη.
Από την άλλη, οι Έλληνες ιστορικοί και χρονογράφοι δεν αναφέρουν καμία πολεμική δράση της Μαυρογένους. Ακόμα και ο βαθμός του αντιστράτηγου, με τον οποίο τιμήθηκε, της αποδόθηκε τιμητικά, επειδή διέθεσε σημαντικά χρηματικά ποσά για την ενίσχυση των οπλαρχηγών. Μόνο στο έργο «Ιστορικές Αναμνήσεις» αναφέρεται πως «η αντιστράτηγος Μαντώ Μαυρογένους, ήτις πωλήσασα τα εν Μυκόνω υπάρχοντα αυτής ώρμησεν εις το πεδίον του αγώνος».
Για την εκκωφαντική αυτή «παράλειψη», αλλά και τη στρέβλωση της ιστορικής πραγματικότητας, ο Γάλλος φιλέλληνας Jules έγραψε: «Είναι απορίας άξιον πώς τέτοια γυναίκα ελησμονήθη εντελώς από όλους τους Έλληνες ιστορικούς».
Ήταν ένας άνθρωπος με ήθος, ψυχή και πάθος, που έθεσε ως προτεραιότητα την απελευθέρωση της πατρίδας και πέθανε μόνη, ξεχασμένη από όλους, μέσα στην εξαθλίωση, από τυφοειδή πυρετό.
ΟΙ «ΚΡΥΜΜΕΝΕΣ» ΓΥΝΑΙΚΕΣ
Η συνεισφορά των γυναικών στον Αγώνα της Επανάστασης ήταν τεράστια. Μπορεί κάποιες να πρωτοστάτησαν, όπως οι παραπάνω, όμως όλες ανεξαιρέτως συνετέλεσαν στην πραγματοποίηση του συλλογικού αυτού έργου. Περιποιούνταν τους τραυματίες, έπλεκαν νέα ρούχα και έδιναν δύναμη στους πολεμιστές. Αρκεί να παραδειγματιστεί κανείς από τις Μεσολογγίτισσες, που έδειξαν ψυχή, δύναμη και ασύλληπτο θάρρος. Η εικόνα από τους «Ελεύθερους Πολιορκημένους» μπορεί από μόνη της να μας πείσει για τον ηρωισμό τους. Γυναίκες, ενδεδυμένες με τα ρούχα των ανδρών, να πραγματοποιούν την Έξοδο, κρατώντας στο ένα χέρι το κουμπούρι και στο άλλο τα μωρά τους, οδηγούμενες από την ελπίδα.
Γυναίκες και Επανάσταση του 1821. Δύο άμεσα σχετιζόμενες έννοιες…
Είναι και αυτές ο λόγος που είμαστε σήμερα ελεύθεροι.
Είναι και αυτές ο λόγος που μπορούμε να λεγόμαστε ΕΛΛΗΝΕΣ.
Δημοσθένης Σωτηρόπουλος