Η θέση της γυναίκας στην κοινωνία δεν είναι δεδομένη. Από την αρχαιότητα έως σήμερα, είναι αδιάκοπος ο αγώνας, για να διεκδικήσει την ελευθερία της από την αντρική εξουσία, να απαλλαγεί από τον χαρακτηρισμό ως «ασθενές φύλο» και να διεκδικήσει ίσα δικαιώματα με τους άντρες.

Εικόνα 1 : H Πηνελόπη, ο Τηλέμαχος και ο αργαλειός (Αρχαιοελληνικό αγγείο, Σκύφος, 430 π.Χ., ChiusiMuseo Archeologico Nazionale)
Η γυναίκα κατά την Ομηρική Εποχή θεωρούνταν υποδεέστερη από τον άνδρα. Ο κύριος ρόλος της ήταν η ενασχόληση της με τις καθημερινές ανάγκες της οικογένειας, δίνοντας βέβαια τις κατάλληλες εντολές στους δούλους. Οι οικοδέσποινες δεν περνούσαν πολύ χρόνο στην κουζίνα, αφού το μαγείρεμα γινόταν αποκλειστικά από τις υπηρέτριες. Τον περισσότερο χρόνο ήταν κλεισμένες στα «ειδικά διαμερίσματά» τους, στον γυναικωνίτη, που βρίσκονταν στον πάνω όροφο του σπιτιού. Εκεί, λούζονταν και περιποιούνταν το σώμα τους, ενώ η κύρια ασχολία τους, ακόμα και αν επρόκειτο για μέλη βασιλικής οικογένειας, όπως η Πηνελόπη, ήταν η επεξεργασία του μαλλιού και η ύφανση στον αργαλειό, που βρίσκονταν σε περίοπτη θέση μέσα στον γυναικωνίτη. Κατά την εμφάνισή τους, εκτός διαμερισμάτων, έπρεπε να συνοδεύονταν από τις βάγιες ή τις παρακόρες.
Εκείνη την εποχή, η γυναίκα θεωρούσε τον σύζυγό της ως κύριο και αφέντη της, ενώ δεν συμμετείχε σε καμία δημόσια εκδήλωση ή συμπόσιο. Η «πολιτική» για τις γυναίκες της εποχής του Ομήρου ήταν άγνωστη λέξη, καθώς δεν είχαν το δικαίωμα κατάθεσης της γνώμης τους, αλλά και της συμμετοχής στη λήψη αποφάσεων. Οι γυναίκες, λοιπόν, εκείνων των χρόνων θα μπορούσαν να παραλληλιστούν με τους ναύτες του πλοίου που, όμως, έχει καπετάνιο άνδρα.
Οι αιώνες κύλησαν και η θέση της γυναίκας βελτιωνόταν πολύ αργά. Ειδικά στην Ελλάδα, ο ανηφορικός δρόμος για την ισότητα με το άλλο φύλο ήταν μακρύς και δύσβατος. Έπρεπε να περάσουν 2.500 χρόνια, για να ανέβουν οι γυναίκες το πρώτο «σκαλί».
Ήταν 28 Μαΐου του 1952, όταν κατοχυρώθηκαν τα πλήρη πολιτικά δικαιώματά των γυναικών στην Ελλάδα, επειδή στους πρώτους μήνες του ίδιου χρόνου είχε ψηφισθεί η Διεθνής Σύμβαση του Ο.Η.Ε για τα ίσα πολιτικά δικαιώματα των γυναικών σε όλα τα δημόσια λειτουργήματα. Επομένως, η Ελλάδα αναγκάσθηκε να προχωρήσει προς αυτήν την κατεύθυνση. Θα πρέπει να τονισθεί σ’ αυτό το σημείο ότι, έως εκείνη τη χρονιά, οι γυναίκες δεν γίνονταν δεκτές στους διαγωνισμούς του κράτους για Δικαστική σταδιοδρομία, το Συμβούλιο της Επικρατείας, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, τη Διπλωματική Υπηρεσία, την Αρχαιολογική Υπηρεσία, καθώς και για το Γενικό Χημείο του Κράτους. Τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου προκηρύχθηκαν εκλογές, όπου οι γυναίκες ναι μεν είχαν «τυπικά» πλήρη πολιτικά δικαιώματα, όμως δεν μπορούσαν ουσιαστικά να συμμετάσχουν σ’ αυτές, επειδή δεν είχαν ενημερωθεί οι εκλογικοί κατάλογοι. Έτσι, η πρώτη συμμετοχή των γυναικών με κατοχυρωμένο το δικαίωμα του «εκλέγειν και εκλέγεσθαι» σε Εθνικές Εκλογές πραγματοποιήθηκε στις 18 Ιανουαρίου του 1953, στην επαναληπτική εκλογή της Θεσσαλονίκης, όπου και εξελέγη η πρώτη γυναίκα βουλευτής, η Ελένη Παπαχρήστου - Σκούρα (1896 – 1991), δικηγόρος και πολιτικός, που ανήκε στο κόμμα του «Ελληνικού Συναγερμού».
Βέβαια, η ισότητα των δύο φύλων καθιερώθηκε στην Ελλάδα με το Σύνταγμα του 1975, ενώ χρειάσθηκε να περάσουν δεκαπέντε χρόνια, για να νομοθετηθούν μέσω της Βουλής των Ελλήνων οι αντίστοιχοι νόμοι, που υλοποιούσαν την επιταγή του Συντάγματος.

Εικόνα 2 : H πρώτη γυναίκα Πρόεδρος της Δημοκρατίας στην Ελλάδα
Σήμερα, η θέση της γυναίκας έχει αλλάξει πολύ σε σχέση με το παρελθόν. Πρώτα από όλα, είναι υπεύθυνη για τον εαυτό της, είναι οικονομικά ανεξάρτητη και μπορεί να παίρνει τις αποφάσεις η ίδια για τη ζωή της, ενώ η σωματική και ψυχική ακεραιότητά της θεωρούνται αξίες της σημερινής κοινωνίας. Τα πλήρη πολιτικά της δικαιώματα κατοχυρώνονται από το Σύνταγμα και η ανάληψη υψηλών θέσεων στην πολιτική σκηνή της χώρας αντιμετωπίζεται πάντα με ιδιαίτερο σεβασμό από την κοινωνία. Λαμπρό παράδειγμα αποτελεί και η Κατερίνα Σακελλαροπούλου, η πρώτη γυναίκα Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
‘Ύστερα από τους συνεχείς αγώνες των γυναικών, προκειμένου να μπορέσουν να γίνουν ενεργά μέλη της κοινωνίας, απέκτησαν το δικαίωμα στην εκπαίδευση και στην εργασία και πολλές γυναίκες άρχισαν να διακρίνονται στον επιστημονικό τομέα. Ιδιαίτερη αναφορά θα πρέπει να γίνει στην πρώτη Ελληνίδα γιατρό, τη Μαρία Καλοποθάκη (1859 – 1941), η οποία βίωσε πλήρως την κοινωνική ανισότητα εις βάρος των Ελληνίδων, αφού, ενώ ήθελε το 1880 να γραφτεί στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, η Διοίκηση της Σχολής δεν την έκανε δεκτή και αναγκάσθηκε να υλοποιήσει το όνειρό της, φοιτώντας πρώτα στο Χάρβαρντ ‘Αννεξ των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, καθώς και στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστήμιου του Παρισιού. Ενώ, λοιπόν, απολάμβανε τα προνόμια της ίσης μεταχείρισης των γυναικών επιστημόνων στη Γαλλία, στην Ελλάδα οι συνθήκες που επικρατούσαν για τις γυναίκες θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν ως μεσοβικτωριανές. Τελικά, η Ελληνική Ιατρική Σχολή αναγνώρισε το δίπλωμά της μόλις το 1894, ενώ οι πρώτες φοιτήτριες της Ιατρικής Σχολής εισήχθησαν το 1890.

Εικόνα 3 : H πρώτη Ελληνίδα γιατρός Μαρία Καλαποθάκη
Παρόλα τα βήματα, όμως, που έχουν γίνει προς την ισότητα των δύο φύλων, ακόμη και σήμερα, πολλά δικαιώματα των γυναικών καταπατούνται, όπως αυτό της σωματικής ακεραιότητας.
Επομένως, είναι χρέος όλων μας, γυναικών, αλλά και ανδρών, να αντισταθούμε και να προασπίσουμε τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Κλείνοντας, αξιοπρόσεκτη είναι η ρήση της Marie Curie: «μου έμαθαν πως ο δρόμος της προόδου δεν είναι ούτε γρήγορος, ούτε εύκολος», με την οποία τονίζεται εμφατικά πόσο δύσκολο ήταν για τις γυναίκες να διεκδικήσουν και να τους αναγνωρίσουν τα θεμελιώδη δικαιώματά τους.
Μιχάλης Δάλλας